Σχισμός | cleavage |
Σχισμό ονομάζουμε την
τάση που έχει ένα ορυκτό να σπάζει κατά
ορισμένες κατευθύνσεις, οι οποίες είναι
παράλληλες πάντοτε σε δυνατές
κρυσταλλογραφικές έδρες. Ανάλογα με την τελειότητα των σχισμογενών επιπέδων ο σχισμός χαρακτηρίζεται: πολύ τέλειος, τέλειος, καλός, σαφής, ασαφής. Συγγενείς έννοιες με το σχισμό είναι ο αποχωρισμός και ο θραυσμός. Ο αποχωρισμός (parting) μοιάζει με το σχισμό στο ότι έχουμε σπάσιμο παράληλλα σε κρυσταλλογραφικές κατευθύνσεις, διαφέρει όμως γιατί δεν εμφανίζεται σε όλα τα δείγματα ενός ορυκτού σε αντίθεση με το σχισμό. Θραυσμός (fracture) είναι ο τρόπος με τον οποίο σπάζει το ορυκτό όχι όμως παράλληλα σε επιφάνειες σχισμού ή αποχωρισμού. Διακρίνεται σε κογχώδη, ξυλώδη, ινώδη, ανώμαλο κλπ. |