μαθήματα
φυσικής γεωγραφίας

Ηλεκτρονικό βιβλίο

4. ΚΛΙΜΑ ΚΑΙ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

4.5.Το κλίμα της Ελλάδας ως παράγοντας γεωμορφολογικής εξέλιξης

Το κλίμα της Ελλάδας είναι Μεσογειακού τύπου. Στο Μεσογειακού τύπου κλίμα η μέση ετήσια βροχόπτωση έχει μεγάλο εύρος διακύμανσης από ξηρό έως υγρό. Γενικά, όσο πλησιέστερα προς τον Ισημερινό βρίσκεται μια περιοχή τόσο ξηρότερο είναι το κλίμα της.

Η διάταξη των ορεινών όγκων στο ευρύτερο γεωμορφολογικό ανάγλυφο της Ελλάδας, μπορεί να τη διαχωρίσει από κλιματική άποψη σε τρεις περιοχές.

Α) Τη Δυτική περιοχή, η οποία εκτείνεται στα δυτικά του ορεινού όγκου της Πίνδου, τις δυτικές ακτές της Πελοποννήσου, έως το ακρωτήριο Ταίναρο.

Β) Την υπόλοιπη Ανατολική ηπειρωτική Ελλάδα, μαζί με τη Θάσο, τις Σποράδες και την Εύβοια.

Γ) Τα νησιά του Αιγαίου πελάγους και την Κρήτη.

Στο σχήμα 4.11. παρουσιάζεται η μέση ετήσια βροχόπτωση για τον ελληνικό χώρο. Οι περιοχές με το μαύρο χρώμα δείχνουν περιοχές υψηλών τιμών βροχόπτωσης, ενώ οι περιοχές με τη διακεκομμένη διαγράμμιση αποτελούν τις ξηρότερες περιοχές της Ελλάδας.


Σχήμα 4.11.: Η μέση ετήσια βροχόπτωση στον Ελληνικό χώρο (Μπαλαφούτης, Χ., 1988).
Τα ύψη βροχής παρουσιάζονται σε χιλιοστά

Η μελέτη του σχήματος 4.11. δείχνει ότι στη δυτική Ελλάδα παρατηρούνται οι μεγαλύτερες βροχοπτώσεις του Ελλαδικού χώρου, σε αντίθεση με την ανατολική όπου οι τιμές του βροχομετρικού ύψους σε πολύ λίγες περιοχές ξεπερνούν τα 60 cm.

Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι να υπάρχει μια ιδιαίτερη γεωγραφική κατανομή των ποταμών της Ελλάδας, εντελώς διαφορετική στις τρεις προαναφερθείσες κλιματικές περιοχές.

Στην περιοχή της Δυτικής Ελλάδας υπάρχουν πολλοί ποταμοί με σημαντική απορροή σε όλη τη διάρκεια του έτους. Οι πηγές για τους περισσότερους βρίσκονται στον Ελληνικό χώρο, κυρίως στο δυτικό τμήμα του ορεινού όγκου της Πίνδου προέκταση του οποίου προς νότο αποτελεί ο κεντρικός ορεινός όγκος της Πελοποννήσου.

Αντίθετα, η ανατολική Ελλάδα έχει περιορισμένο αριθμό ποταμών, με μικρότερη ετήσια απορροή. Σαν παράδειγμα μπορεί να αναφερθεί ο Σπερχειός ποταμός, η παροχή του οποίου τους καλοκαιρινούς μήνες μειώνεται σημαντικά έως μηδενίζεται.

Ο Αλιάκμονας που αποτελεί το μεγαλύτερο σε μήκος ελληνικό ποτάμι με καθαρά ελληνική υδρολογική λεκάνη, έχει τις πηγές του και αυτός στον κεντρικό ορεινό όγκο της  Ελληνικής Χερσονήσου, στην περιοχή της Καστοριάς. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Πηνειό ποταμό ο οποίος πηγάζει από τα ορεινά των Τρικάλων και της Καρδίτσας, στο ανατολικό τμήμα της Πίνδου.

Οι μεγάλοι ποταμοί της Μακεδονίας και Θράκης (Αξιός, Στρυμόνας, Νέστος, Έβρος) δεν έχουν τις πηγές τους  στην Ελλάδα αλλά στην κεντρική Βαλκανική, όπου έχουμε σαφώς υψηλότερες τιμές βροχοπτώσεων. Έτσι μπορούν να εξηγηθούν οι μεγάλες παροχές τους που σε συνδυασμό με τον μεγάλο όγκο των φερτών υλών τους, δημιούργησαν τα εκτεταμένα Δέλτα τους κατά την έξοδό τους στο Βόρειο Αιγαίο.


Σχήμα 4.12.: Μεταβολή της υδρογραφικής πυκνότητας σε σχέση με το ετήσιο ύψος Βροχής (Gregory, 1976).

Στα ένθετα παρουσιάζονται οι σχέσεις μεταξύ πυθμένιου φορτίου και μέσης ετήσιας βροχόπτωσης για

α) δύο μέσες ετήσιες θερμοκρασίες (Langbein & Schumm, 1958),

β) μέσος όρος παγκόσμιων δεδομένων (Walling & Kleo, 1979)

Κύριο χαρακτηριστικό του Μεσογειακού κλίματος, είναι οι σημαντικά χαμηλές τιμές βροχοπτώσεων τους καλοκαιρινούς μήνες Έτσι η γενικότερη χλωρίδα της Ελλάδας έχει προσαρμοστεί στις κλιματικές αυτές συνθήκες, με αποτέλεσμα τις όχι αρκετά υψηλές τιμές φυτοκάλυψης. Για να υπήρχαν μεγάλες τιμές φυτοκάλυψης θα έπρεπε η υγρασία του εδάφους να παρέμενε υψηλή καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους όπως συμβαίνει στην τροπική ζώνη.

Η απουσία σημαντικής φυτοκάλυψης διευκολύνει την ποτάμια εκβαθυντική – διαβρωτική δράση με αποτέλεσμα τη μέγιστη ανάπτυξη του υδρογραφικού δικτύου. Αν τοποθετήσουμε τις τιμές του ετήσιου βροχομετρικού ύψους  διαφόρων περιοχών της Ελλάδας στο σχήμα 4.12. βλέπουμε ότι οι τιμές ανάπτυξης του υδρογραφικού δικτύου είναι εξαιρετικά υψηλές.

Επίσης η μελέτη των μέσων μηνιαίων τιμών βροχόπτωσης δείχνει ότι για την δυτική Ελλάδα οι βροχοπτώσεις κατά τους θερινούς μήνες είναι ελάχιστες έως μηδενικές. Αντίθετα για την ψυχρότερη περίοδο υπάρχουν σημαντικές βροχοπτώσεις παρουσιάζοντας έτσι ένα μεγάλο ετήσιο βροχομετρικό εύρος.

Για την περιοχή της Βορείου Ελλάδας το κυριότερο και σπουδαιότερο βροχομετρικό χαρακτηριστικό της είναι η εκδήλωση ενός δεύτερου βροχομετρικού μέγιστου κατά τους τελευταίους μήνες της Άνοιξης και τον πρώτο του Θέρους.

Τέλος στη Νότια και Νησιωτική Ελλάδα παρουσιάζεται ένα μόνο χειμερινό βροχομετρικό μέγιστο με χαμηλότερα όμως ύψη μέσης μηνιαίας βροχόπτωσης.

Από τα παραπάνω εξάγονται ενδιαφέροντα συμπεράσματα κυρίως για την υδρολογική συμπεριφορά των ποταμών της Ελλάδας. Έτσι στη Βόρεια Ελλάδα (Μακεδονία και Θράκη) οι ποταμοί είναι πιθανό να εκδηλώσουν πλημμυρικά φαινόμενα τόσο το χειμώνα όσο και προς το τέλος της Άνοιξης. Αντίθετα οι ποταμοί της Δυτικής και Νότιας Ελλάδας εκδηλώνουν τις μέγιστες παροχές τους κατά τη διάρκεια του χειμώνα.


Επιστροφή στη σελίδα περιεχομένων

Επικοινωνία: vouval@auth.gr