ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Τμήμα Γεωλογίας - Τομέας Γεωλογίας

 

 

ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΕΛΛΑΔΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

 

Τα τελευταία χρόνια έχουν συσσωρευτεί πολλές γνώσεις για τη γεωτεκτονική και γεωδυναμική εξέλιξη του Ελληνικού χώρου από πλήθος ερευνητικών εργασιών. Στο κεφάλαιο αυτό συνοψίζονται τα βασικά συμπεράσματα για τη νεοτεκτονική και γεωδυναμική συμπεριφορά του ευρύτερου Ελλαδικού χώρου.

 

Χαρακτηριστικό μορφοτεκτονικό γνώρισμα του χώρου αυτού αποτελεί το Ελληνικό τόξο, που παρουσιάζει τις βασικές ιδιότητες των νησιώτικων τόξων, αποτελείται από το εξωτερικό ιζηματογενές (εξωτερικές Ελληνίδες οροσειρές, Κρήτη, Δωδεκάνησα) και το εσωτερικό ενεργό ηφαιστειακό τόξο. Εξωτερικά του τόξου (κυρτό μέρος) και παράλληλα προς αυτό αναπτύσσεται η Ελληνική τάφρος (σύστημα βαθιών υποθαλάσσιων βυθισμάτων περίπου 2000-3000 m). Επίσης ένα άλλο μορφοτεκτονικό γνώρισμα της περιοχής είναι η Μεσογειακή ράχη, που αποτελεί μια υποθαλάσσια έξαρση του φλοιού της Γης και διασχίζει την Ανατολική Μεσόγειο παράλληλα σχεδόν με το Ελληνικό τόξο. Όσον αφορά το Αιγαίο Πέλαγος, και κυρίως το νότιο, είναι μια κλειστή περιθωριακή λεκάνη (back-arc basin).

 

Στο χώρο του Βόρειου Αιγαίου ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ομώνυμη τάφρος, η οποία σύμφωνα με μια άποψη είναι ένα τεκτονικό βύθισμα (graben) στη συνέχεια του μεγάλου ρήγματος της Ανατολίας, ενώ κατά μια άλλη άποψη αποτελεί υπόλειμμα μια παλιότερης βύθισης λιθοσφαιρικής πλάκας (Σχ. 88).

 

Ο Ελληνικός χώρος αποτελεί το νοτιότατο όριο της Ευρασιατικής λιθοσφαιρικής πλάκας, κάτω από την οποία καταδύεται η Αφρικανική, Το σύστημα αυτό της σύγκρουσης και κατάδυσης των λιθοσφαιρικών πλακών με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του (Ελληνικό τόξο - τάφρος - περιθωριακή λεκάνη Αιγαίου) δημιουργήθηκε μετά το Μέσο Μειόκαινο, δηλαδή στο χρονικό διάστημα μεταξύ 5-10 εκατ. χρόνια, και από τότε συνεχίζει να εξελίσσεται μέχρι σήμερα. Στο γεωλογικό αυτό διάστημα ο χώρος του Αιγαίου περιστράφηκε δεξιόστροφα κατά 30° περίπου γύρω από έναν πόλο, ο οποίος βρίσκεται στη Νότια Αδριατική (40° Ν - 18° Ε). Ως αίτια αυτής της κίνησης έχουν αναφερθεί: 1ο) η λέπτυνση του φλοιού στον εσωτερικό Αιγαιακό χώρο σαν συνέπεια του εφελκυσμού που επικρατεί στην περιοχή και της υψηλής ροής θερμότητας και 2ο) η φορά της σχετικής κίνησης μεταξύ των πλακών Ευρασιατικής και Αφρικανικής.

 

 

Η τεκτονική κατάσταση των πρόσφατων γεωλογικών χρόνων χαρακτηρίζεται από έναν εκτεταμένο εφελκυσμό και το σχηματισμό μεγάλης κλίμακας κανονικών ρηγμάτων. Είναι δηλαδή σημαντικά διαφορετική από την παλιότερη τεκτονική κατάσταση (Αλπικές πτυχώσεις).

 

Τεκτονικές και νεοτεκτονικές έρευνες έδειξαν ότι ο Ελληνικός χώρος, κύρια εσωτερικά του τόξου, τεμαχίζεται από πολλά ρήγματα τόσο νεοτεκτονικά όσο και παλιότερα (Μεσοζωικής και Καινοζωικής ηλικίας), πολλά από τα οποία επαναδραστηριοποιήθηκαν κατά τον πλειο-πλειστοκαινικό εφελκυσμό.

 

Σύμφωνα λοιπόν με τις εργασίες αυτές έγινε δυνατό να αποδοθεί μια γενική εικόνα της νεοτεκτονικής εξέλιξης του ευρύτερου χώρου του Αιγαίου, παρ' όλες τις μερικές διαφορές απόψεων που έχουν εκφραστεί για ορισμένα επιμέρους θέματα από διάφορους ερευνητές. Η γενική εικόνα εξέλιξης συνοψίζεται στα παρακάτω:

 

1. Κατά το Ανώτερο Μειόκαινο-Κατώτερο Πλειόκαινο, δηλαδή πριν από 10-5 εκατομμύρια χρόνια, ο εσωτερικός χώρος του Αιγαίου (Back-arc area) βρισκόταν κάτω από την επίδραση συμπιεστικών δυνάμεων που δημιούργησαν ανάστροφα ρήγματα και ρήγματα οριζόντιας μετατόπισης με διευθύνσεις ΒΒΑ-ΝΝΔ και ΒΔ-ΝΑ. Ταυτόχρονα, ο εξωτερικός χώρος ήταν ενεργό ηπειρωτικό περιθώριο υπό την επίδραση επίσης συμπιεστικών δυνάμεων, που δημιούργησαν ανάστροφα ρήγματα μεγάλου μήκους και μεγάλης κατακόρυφης μετατόπισης.

 

 

2. Κατά τη διάρκεια του Πλειόκαινου, δηλαδή πριν από 4,5-2 εκατομμύρια χρόνια περίπου, στον εσωτερικό Αιγαιακό χώρο αναπτύχτηκε ένα εκτεταμένο εφελκυστικό πεδίο, οι τάσεις του οποίου είχαν ΒΑ-ΝΔ διεύθυνση (Σχ. 89), με αποτέλεσμα να επαναδραστηριοποιηθούν πολλά παλιότερα ρήγματα και να δημιουργηθούν μικρά και μεγάλα τεκτονικά βυθίσματα (grabens). Αντίθετα, ο εξωτερικός χώρος ήταν μάλλον ανενεργός με μια συνεχή καταβύθιση, όπου συνεχίστηκε η θαλάσσια ιζηματογένεση.

 

3. Στο Κατώτερο Τεταρτογενές (Καλάβριο, Ανώτερο Βιλαφράγκιο) στον εσωτερικό χώρο διακόπηκε ο εφελκυσμός από συμπιεστικές τάσεις, οι οποίες δημιούργησαν συμπιεστικά τεκτονικά επεισόδια ανάλογα μ' εκείνα του Ανώτερου Μειόκαινου - Κατώτερου Πλειόκαινου. Στον εξωτερικό χώρο, αμέσως μετά το Καλάβριο, επικράτησαν πάλι έντονες συμπιεστικές δυνάμεις που συνεχίζονται μέχρι σήμερα.

 

Τη φάση συμπίεσης του Πλειο-Πλειστόκαινου καθώς επίσης και την αντίστοιχη του Ανώτατου Μειόκαινου-Κατώτατου Πλειόκαινου πολλοί επιστήμονες την αμφισβητούν. Δέχονται βέβαια καταρχήν τα συμπιεστικά φαινόμενα που διερευνήθηκαν στα ιζήματα, αναθεωρούν όμως τη σπουδαιότητα τους και δίνουν διαφορετική εναλλακτική ερμηνεία. Δε δέχονται ούτε τον τοπικό χαρακτήρα τους, ούτε ότι καθορίζονται από λιθοσφαιρικές τάσεις. Αντίθετα, παραδέχονται ότι είναι φαινόμενα που συνδέονται άμεσα με μεγάλης έκτασης εφελκυστικά επεισόδια ή αντίστοιχα περιστροφής και ότι τέλος είναι σποραδικά χωρίς να αποτελούν ενιαία σύνολα, ώστε να τεκμηριώσουν συμπιεστικές τεκτοφάσεις.

 

4. Τέλος, από το Μέσο Πλειστόκαινο μέχρι σήμερα ο Αιγαιακός χώρος βρίσκεται σε μια νέα εκτεταμένη εφελκυστική φάση με κύρια διεύθυνση εφελκυσμού Β-Ν, η οποία επιβεβαιώνεται και από την ανάλυση των μηχανισμών γένεσης επιφανειακών σεισμών. Εξωτερικά του τόξου συνεχίζουν να δρουν δυνάμεις συμπίεσης που δημιουργούν κατά κανόνα ανάστροφα ρήγματα όπως προκύπτει τόσο από γεωλογικές παρατηρήσεις υπαίθρου, όσο και από τους αντίστοιχους μηχανισμούς γένεσης επιφανειακών σεισμών.

 

Στο σχήμα 90 φαίνονται οι διευθύνσεις των εφελκυστικών τάσεων στο χώρο του Νότιου Αιγαίου για την περίοδο του Πλειόκαινου, Πλειοπλειστόκαινου (Α) και την περίοδο Μέσου Πλειστόκαινου - σήμερα (Β). Οι τεκτονικές αυτές φάσεις των δύο παραπάνω περιόδων αποτελούν τις κύριες τεκτονικές διεργασίες που διαμόρφωσαν το χώρο του Αιγαίου στα τελευταία εκατομμύρια χρόνια της γεωλογικής του ιστορίας.

 

 

 

 

 

 

Τεχνική επιμέλεια & Επεξεργασία: Σωτ. Π. Σμπόρας